Κώστας Θεριανός
«Δημόσιο, δημιουργικό και δημοκρατικό σχολείο»
ουτοπία ή ρεαλισμός ;
«Δημόσιο, δημιουργικό και δημοκρατικό σχολείο»
ουτοπία ή ρεαλισμός ;
Θα ξεκινήσω κατευθείαν από το ίδιο το ερώτημα. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε το πλαίσιο στο οποίο μιλάμε. Παραφράζουμε τον ποιητή για να πούμε ότι «το σχολείο δεν είναι κυκλάμινο στου βράχου τη σχισμάδα» αλλά προσδιορίζεται από την οικονομία και την πάλη των τάξεων που το διαπερνούν. Δεν υπάρχει γενικά και αφηρημένα σχολείο που λειτουργεί στην υπηρεσία της κοινωνίας στο σύνολό της, πάνω από τάξεις και έξω από την πάλη των τάξεων. Ο καπιταλισμός είναι το αόρατο σκηνικό μέσα στο οποίο ξεδιπλώνεται η σχολική ζωή και διαπερνά κάθε έκφραση της. Υπάρχει καπιταλιστικό σχολείο, υπάρχει το σχολείο στον καπιταλισμό. Το ερώτημα λοιπόν έτσι όπως διατυπώνεται είναι:
Μπορεί να υπάρξει δημόσιο, δημιουργικό και δημοκρατικό σχολείο στον καπιταλισμό;
Το σχολείο στον καπιταλισμό έχει πολλαπλή λειτουργία:
- προσπαθεί να δημιουργήσει συγκεκριμένους τύπους εργαζόμενων
- προσπαθεί να δημιουργήσει συγκεκριμένους τύπους πολιτών εγχαράσσοντας στους μαθητές την κυρίαρχη ιδεολογία.
Κοντολογίς προσπαθεί, όπως έχουν επισημάνει οι Baudelot και Establet, να ενοποιήσει ιδεολογικά όσους φοιτούν σε αυτό εγχαράσσοντας τους την εθνική συνείδηση, την πίστη στην ιδεολογία του χαρίσματος, σε κάποιο θρησκευτικό δόγμα και ταυτόχρονα να τους «διαιρέσει» ωθώντας τους σε ιεραρχικά διαφοροποιημένες κατευθύνσεις που αντιστοιχούν στον καταμερισμό της εργασίας. Διαίρεση που, όπως έχει δείξει εδώ και πολλά χρόνια η κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, παρότι περιβάλλεται με το πέπλο της ιδεολογίας του χαρίσματος δεν είναι ταξικά αθώα. Τα παιδιά των εργατών γίνονται στην συντριπτική τους πλειονότητα εργάτες ενώ τα παιδιά των μεσαίων και ανώτερων αστικών στρωμάτων καταλαμβάνουν τις υψηλότερες θέσεις και στην εκπαίδευση και την εργασία.
Αυτό είναι ο ρόλος του σχολείου στην καπιταλιστική κοινωνία. Κατά συνέπεια ένα δημοκρατικό, δημόσιο και ανοικτό σχολείο στον καπιταλισμό συνιστά ουτοπία.
Ένα σχολείο που δεν θα διαιρεί και δεν θα επιλέγει δεν μπορεί να υπάρξει στον καπιταλισμό.
Όπως δεν μπορεί να υπάρξει ένα σχολείο που δεν θα προσπαθεί να εγχαράξει στους μαθητές την κυρίαρχη ιδεολογία αλλά κάποια άλλη.
Αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο κινείται σήμερα ένας αριστερός εκπαιδευτικός και το ζήτημα είναι να εξετάσουμε τι μπορεί να κάνει μέσα σε αυτό το πλαίσιο.
Καταρχάς, να ξεκαθαρίσουμε το ενδεχόμενο ερώτημα που μπορεί να κάνει κάποιος: εγκαταλείπουμε το σχολείο και περιμένουμε να αλλάξει η κοινωνία για να αλλάξει και αυτό; Όχι, δεν λέμε κάτι τέτοιο.
Το να θεωρούμε το σχολείο, τη σχολική γνώση, τους εκπαιδευτικούς, σαν μια - με κάθε λεπτομέρεια φτιαγμένη - μηχανή στην υπηρεσία της κυρίαρχης τάξης, που οδηγεί με καθολική επιτυχία στην αποτυχία των κοινωνικά μη προνομιούχων και στον ιδεολογικό τους ευνουχισμό είναι μεταφυσική.
Το να αντιλαμβανόμαστε όμως το σχολείο σαν φορέα σωτηρίας και δύναμη ανανέωσης που λειτουργεί στην υπηρεσία της κοινωνίας στο σύνολό της, πάνω από τάξεις και έξω από την πάλη των τάξεων, που προσφέρει σ΄ όλους ίσες δυνατότητες κοινωνικής προαγωγής και προσωπικής ανάπτυξης, είναι άγνοια ή απάτη.
Ξεκινάμε από αυτό που έλεγε ο Πάουλο Φρέιρε ότι οι εκπαιδευτικοί είναι και πολιτικοί. Αγωνιζόμαστε να μορφώσουμε τους μαθητές μας αλλά ταυτόχρονα προσπαθούμε ως πολίτες να αλλάξουμε προς το καλύτερο τις συνθήκες που ζουν, δηλαδή την κοινωνία. Αυτά τα δύο πάνε μαζί. Το πρώτο μόνο του είναι αφελής παιδαγωγισμός το δεύτερο μόνο του είναι άγονος κοινωνιολογισμός.
Με βάση την διαπίστωση του Φρέιρε ας δούμε τι μπορεί να κάνει στο ελληνικό σχολείο ο αριστερός εκπαιδευτικός:
1) το ζήτημα των σχολικών βιβλίων. Το αίτημα για απλά και κατανοητά σχολικά βιβλία για τους μαθητές μας δεν είναι αμελητέο αίτημα. Δεν είναι όμως και πανάκεια και δεν μπορεί η διεκδίκηση μας να σταματάει εδώ. Τα νέα βιβλία στο δημοτικό και το γυμνάσιο αποτελεί πλέον κοινή παραδοχή ότι εντείνουν την ταξικότητα του σχολείου, καθώς σε μια μεγάλη μερίδα μαθητών δείχνουν νωρίς την έξοδο από το σχολείο ενώ μια άλλη την υποχρεώνουν να μπει από πολύ νωρίς στα έξοδα του φροντιστηρίου.
2) όμως τα βιβλία στο σχολείο, είτε απλά είτε περίπλοκα, έχουν ιδεολογία και συγκεκριμένα την κυρίαρχη ιδεολογία. Τα βιβλία βομβαρδίζουν τους μαθητές μας με ασύνδετες πληροφορίες, αντισηπτικά απομονωμένες από το κοινωνικό πλαίσιο, την ιστορία και την ταξική πάλη. Προσπαθούν να περάσουν στους μαθητές την ιδέα ότι δεν μπορεί να υπάρξει άλλος κόσμος εκτός από αυτόν που ζούμε, ότι η επιχειρηματικότητα και η ευέλικτη εργασία είναι οι μόνοι σταθεροί άξονες για να χαράξει τη ζωή του, ότι η μόνιμη απασχόληση και η σύνταξη αποτελούν παρελθόν. Με αυτό τον τρόπο σήμερα τα σχολεία εργάζονται ενάντια στη δημοκρατία καθώς προσπαθούν να φτιάξουν παθητικούς εργαζόμενους και καταναλωτές και όχι κριτικούς ενεργούς πολίτες.
Τι μπορεί να κάνει ο αριστερός εκπαιδευτικός πάνω σε αυτό; Πως μπορεί να παλέψει ενάντια στις μορφές της κυρίαρχης ιδεολογίας στο σχολείο και ταυτόχρονα να χαράξει νέες σχολικές πρακτικές;
i. Να αγωνιστεί καταρχάς ενάντια στην αξιολόγηση, στην οποιαδήποτε μορφής αξιολόγηση. Η ιδεολογική παρέμβαση μέσα στην τάξη, στο περιεχόμενο των βιβλίων, προϋποθέτει την έλλειψη της αξιολόγησης. Ο αριστερός εκπαιδευτικός μέσα στο αστικό σχολείο προσπαθεί να διευρύνει την όποια παιδαγωγική ελευθερία και θεσμική κατάκτηση έχει προκειμένου να οργανώνει συλλογικές αντιστάσεις και να δίνει κριτικό περιεχόμενο στη διδασκαλία του για να ξυπνήσει τις συνειδήσεις των μαθητών του, να τους κινητοποιήσει να σκεφθούν κριτικά για τον κόσμο στον οποίο ζουν. Σκοπός του αριστερού εκπαιδευτικού είναι να προκαλέσει την «κριτική περιέργεια» των μαθητών του, ώστε να αναπροσανατολιστούν ιδεολογικά στον κόσμο. Η αξιολόγηση, όπου και όσο επιβάλλεται, δημιουργεί μια αυταρχική και μελαγχολική εκπαιδευτική κουλτούρα. Ας δούμε τι έγινε στο λύκειο με την αύξηση των εξεταστικών δοκιμασιών. Και δεν πρέπει να γίνεται καμία διάκριση ανάμεσα σε καλή και κακή αξιολόγηση, αυτοαξιολόγηση κ.λπ. Η αξιολόγηση, οποιασδήποτε μορφής, έχει ένα και μόνο στόχο: να χειραγωγήσει εκπαιδευτικούς και μαθητές.
ii. Οι μαθητές δεν είναι άγραφα χαρτιά που περιμένουν να γράψει ο εκπαιδευτικός με την μετωπική διδασκαλία πάνω σε αυτά. Κουβαλούν τις εμπειρίες τους, τις αξίες τους, το μορφωτικό τους κεφάλαιο, τα οποία είναι αποτέλεσμα της διαμόρφωσης της προσωπικότητας τους σε διαφοροποιημένα, δηλαδή ταξικά προσδιορισμένα οικογενειακά περιβάλλοντα. Η ερμηνεία των διαφορών των μαθητών με κοινωνικούς όρους και όχι με την προσφυγή σε κάποια έμφυτα χαρακτηριστικά είναι το πρώτο, σημαντικό και καθόλου αμελητέο βήμα. Το επόμενο βήμα είναι να προσπαθήσουμε να φέρουμε στη διδασκαλία τις εμπειρίες αυτών των παιδιών, να τις αντιμετωπίσουμε με σεβασμό και όχι σαν κατώτερες από την ακαδημαϊκή κουλτούρα του σχολείου. Πρέπει να δώσουμε σε αυτά τα παιδιά την ευκαιρία να εμπλακούν σε διαδικασίες μάθησης της γνώσης με τρόπους πολιτιστικά και γλωσσολογικά οικείους. Όταν υποστηρίζουμε ότι οι δάσκαλοι πρέπει να σεβαστούν το μορφωτικό κεφάλαιο των μαθητών δεν σημαίνει de facto αποδοχή του. Αυτό το κεφάλαιο συγκροτείται και από αδιαλλαξία, ρατσισμό, σεξισμό. Ο εκπαιδευτικός πρέπει να βρει τρόπους να προκαλέσει τον κριτικό στοχασμό σε αυτά για να αλλάξουν μέσα στο χρόνο, πράγμα καθόλου εύκολο και που δεν εξαρτάται μόνο από το σχολείο.
iii. Ο αριστερός εκπαιδευτικός μπαίνει μέσα στο σχολείο και ανοίγει το βιβλίο με τα εξής ερωτήματα που μπορούν να αποτελέσουν οδηγούς της δικής του διδακτικής παρέμβασης, στο βαθμό που του επιτρέπουν οι εξετάσεις, το κλίμα του σχολείου και της τάξης, κ.λπ.:
«Ποια εικόνα της κοινωνίας και της φύσης δίνουν τα βιβλία για τους μαθητές»;
«Τι δεν λένε τα βιβλία για την κοινωνία και τη φύση»;
«Τι αξίζει να μάθουν οι μαθητές από όσα δεν λένε τα σχολικά βιβλία»;
«Ποιο νόημα θα είχε για τους μαθητές η εκμάθηση των γνώσεων που έχουν αποκρυφτεί»;
«Πως θα συνδεθεί αυτή η γνώση με την κοινωνικά διαφοροποιημένη εμπειρία των μαθητών»;
Και το περιεχόμενο των παρεμβάσεων του μπορεί να είναι να αναδείξουμε κοινωνικά προβλήματα όπως οι ταξικές ανισότητες, η φτώχεια που δεν τα αγγίζουν τα βιβλία. Να κάνουμε ασκήσεις και συζητήσεις για την ακρίβεια, το κόστος ζωής, ιστορικά θέματα που θα σπάνε το μύθο του ενιαίου και συνεχούς ελληνικού έθνους.
Κοντολογίς, χρειαζόμαστε και επεξεργασίες μέσα στο σχολείο, συγκεκριμένες παρεμβάσεις τόσο πάνω στα βιβλία όσο και σε άλλες εκφάνσεις της σχολικής ζωής, όπως οι γιορτές και οι εξετάσεις. Οι συνάδερφοι της πρωτοβάθμιας έχουν κάνει σημαντική δουλειά πάνω σε αυτά. Σε εμάς είναι πιο δύσκολο γιατί υπάρχει ο κατακερματισμός των αντικειμένων.
Και κλείνω θέλοντας να μην μείνουμε με μια αίσθηση παιδαγωγισμού. Οι συνάδερφοι στο 132ο δημοτικό σχολείο της Γκράβας στην Αθήνα πέρασαν τα εσκαμένα και είδαμε το κράτος να κινητοποιεί αμέσως τους μηχανισμούς του με την αντικατάσταση της διευθύντριας και την παύση των ριζοσπαστικών καινοτομιών. Αυτό για να γυρίσουμε στο αρχικό μας ερώτημα περί σχολείου δημοκρατικού και ανοικτού. Και εδώ βλέπουμε τα όρια της παιδαγωγικής παρέμβασης και περνάμε στη μεγάλη πολιτική.
Αυτές οι προτάσεις φυσικά μπορούν να είναι γόνιμες με την παράλληλη αλλαγή του χάρτη των πολιτικών δυνάμεων, με την ανάπτυξη κινημάτων έξω από το κοινοβούλιο αλλά και με την αλλαγή του συσχετισμού των κομμάτων μέσα στο κοινοβούλιο. Μην γελιόμαστε, όλα χρειάζονται. Τα κινήματα έχουν όρια, αντιστέκονται αλλά η αλλαγή του συσχετισμού στη νομοθετική εξουσία είναι αυτή που αποκρυσταλλώνει την αντίσταση και την μετατρέπει σε θέση. Διαφορετικά, τα κινήματα αν δεν μπορούν να παρέμβουν πολιτικά στην νομοθετική εξουσία θα καμφθούν μέσα στο χρόνο.
Καθήκον λοιπόν της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, της αριστεράς των αγώνων και των κινημάτων είναι η ενωτική αριστερή ανασύνθεση του πολιτικού της πεδίου, η έκφραση της μέσα από ένα πολιτικά κοινό πόλο, διότι στη σημερινή εποχή ο κατακερματισμός της αριστεράς ευνοεί πολιτικά μόνο τη δεξιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου